Ἀρταίου

Ἀρταίου
Ἀρταῖος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αζάνης — (5ος αι. π.Χ.). Στρατηγός των Σόγδων, γιος του Αρταίου, που ακολούθησε τον Ξέρξη στην εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδας, μαζί με τον Αρτάβαζο των Πάρθων, τον Αρτύφιο των Γανδαρίων, τον Αριόμαρδο των Κασπίων κ.ά. (Ηρόδοτος Ζ 66 67) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”